Τρίτη 17 Απριλίου 2012

ΣΥΜΜΕΤΟΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Η ανάπτυξης της Κοινωνίας Πολιτών, αλλά και ο ρόλος της στις κυρίαρχες κοινωνικές δομές, καθώς και η στάση του κράτους απέναντί της σηματοδότησε την έξοδο της από την αφάνεια και τη τοποθέτησή της στο επίκεντρο των ιστορικών εξελίξεων και συνοδεύθηκε από μια νέα θεώρηση των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, από την κοινωνικά υπεύθυνη στάση ενσυνείδητης συμμετοχής στα κοινά και την οικονομική πρόοδο που οδήγησαν τους ανθρώπους να δημιουργήσουν σωματεία, συλλόγους, ιδρύματα, νοσοκομεία, Πανεπιστήμια, ερευνητικούς, περιβαλλοντικούς κι εθελοντικούς φορείς, που κατά τεκμήριο λειτουργούν με υψηλές προδιαγραφές και προσφέρουν πολύτιμες υπηρεσίες στο κοινωνικό σύνολο. Όμως η αυξανόμενη πολυπλοκότητα της νεωτερικής κοινωνίας κατέστησε απαραίτητη την εκχώρηση σε αιρετούς αντιπροσώπους ενός μέρους της ελεύθερης επιλογής, της συνευθύνης και της συμμετοχής σε κάθε είδους συλλογικές δραστηριότητες αλλά και σε διαδικασίες λήψεις αποφάσεων που αφορούσαν το κοινωνικό σύνολο. Έτσι εκ των πραγμάτων,  εκχωρήθηκαν στην αρχή πολύ προσεκτικά και σε περιορισμένα, οριοθετημένα πεδία εξουσίες προς την κοινωνία πολιτών και τους αντιπροσώπους της και θεσμοθετήθηκαν ο δημόσιος διάλογος και οι διαβουλεύσεις. Στην Ελλάδα άργησε εξαιρετικά να υιοθετηθεί το μοντέλο αυτό κι όταν έκανε τη πρώτη δειλή του εμφάνιση στους δήμους της χώρας με την θεσμοθέτηση των επιτροπών διαβούλευσης και τον «συνήγορο του δημότη», η κοινωνία μάλλον αιφνιδιάστηκε ή δεν κατανόησε την αναγκαιότητα και τα πλεονεκτήματα αυτών των νεωτερισμών με αποτέλεσμα οι ιδιοτελείς εκ των αιρετών να απαξιώσουν χωρίς κόπο τις μεταρρυθμίσεις  αφού οι καλοί ευσυνείδητοι και δημιουργικοί πολίτες βρίσκονται συνήθως έξω από την πολιτική και διοικητική σφαίρα. Όμως, παρά τα εμπόδια και τις όποιες μεθοδεύσεις ο σπόρος βρήκε γόνιμο έδαφος κι ευδοκίμησε γρήγορα, με αποτέλεσμα η Οργανωμένη Κοινωνία Πολιτών στην Ελλάδα να ανασυνταχθεί γρήγορα και κατάφερε να επιβάλλει τη παρουσία της στα κέντρα λήψεις αποφάσεων. Άλλωστε κι ιστορικά, η συμμετοχική δημοκρατία δεν μπορεί να επιβληθεί από πάνω. Είναι κάτι που εκ των πραγμάτων γεννιέται κι ανδρώνεται από κάτω με αυθόρμητη οριζόντια αυτοργάνωση.

Η κρίση της αντιπροσώπευσης αντανακλά στη διόγκωση της διαφθοράς στη διαπλοκή της εξουσίας με την μιντιοκρατία και εν γένει στο σφετερισμό της εκπροσώπησης. Η έκταση του φαινομένου οφείλεται στην υπερδιόγκωση του δημόσιου τομέα και των συναλλαγών με το κράτος και την συντεχνιακή οργάνωση της κοινωνίας που δημιουργεί προνομιούχες ομάδες συμφερόντων έναντι του μέσου πολίτη. ‘Έτσι, η ανάγκη για κοινωνική δικαιοσύνη και λειτουργική αποτελεσματικότητα του κράτους περνάει αναγκαστικά μέσα από τον εκσυγχρονισμό της δημοκρατίας δηλαδή μέσα από τη συμμετοχική Δημοκρατία η οποία δεν είναι μόνον ζήτημα σεβασμού στην βούληση όλων των πολιτών αλλά και ζήτημα οικονομικής αποτελεσματικότητας ιδιαίτερα μάλιστα όταν πρόκειται για μεγάλες οικονομικές και διοικητικές μεταρρυθμίσεις.

Ο όρος συμμετοχική δημοκρατία χρησιμοποιείται συχνά για να αποδώσει ένα πλατύ φάσμα μοντέλων δημοκρατίας, τα οποία ξεκινάνε από εκείνα της αρχαίας Αθήνας της κλασσικής περιόδου και φθάνουν μέχρι ορισμένες συγκεκριμένες μαρξιστικές θέσεις. Η συμμετοχική δημοκρατία μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και ειδικότερα μετά την δεκαετία του ’70, έχει υπάρξει το βασικό εναλλακτικό μοντέλο απέναντι στη «νομικά θεσμοθετημένη δημοκρατία» δηλαδή τη κλασσική κοινοβουλευτική δημοκρατία όπως την γνωρίζουμε στην πράξη.

Η Συμμετοχική Δημοκρατία δεν είναι νέα ιδέα. Αποτελεί την εκδοχή του δημοκρατικού τρόπου οργάνωσης της κοινωνίας  κι έχει ήδη αναπτυχθεί από τον 19ο αιώνα σαν μια εναλλακτική θέση – απάντηση στον ατομικό φιλελευθερισμό και στον σοσιαλιστικό κολεκτιβισμό. Οι υποστηρικτές της συμμετοχικής δημοκρατίας πίστευαν αρχικά στην προώθηση της ιδέας του εθελοντισμού και των εθελοντικών οργανώσεων που προκύπτουν απ’ αυτόν, καθώς και στην ιδέα της αυτοκυβέρνησης. Στην αρχική της διατύπωση η συμμετοχική δημοκρατία ως πολιτική θεωρία είχε δύο χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Πρώτον την υποστήριξη της ιδέας μιας αποσυγκεντρωτικής οικονομικής οργάνωσης βασισμένης μεταξύ άλλων, στις αρχές της συνεργασίας και της αλληλεγγύης και δεύτερον τη κριτική που κατέθετε για το συγκεντρωτικό και κυρίαρχο κράτος προωθώντας ταυτόχρονα τις ιδέες ενός ριζοσπαστικού ομοσπονδιακού κράτους και ενός πολιτικού πλουραλισμού.  Στη συνέχεια η έννοια συμπεριέλαβε  μια πιο συγκεκριμένη και συγκροτημένη κριτική απέναντι στην ανάπτυξη κι επέκταση της κρατικής γραφειοκρατίας και του συγκεντρωτισμού. Με άλλα λόγια, η συμμετοχική δημοκρατία αποτελεί την κριτική φωνή της Οργανωμένης Κοινωνίας απέναντι στην γραφειοκρατική γιγάντωση του Κράτους, η οποία υπονομεύει την εύρυθμη λειτουργία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.

Οι στοχαστές που αποτελέσανε τις διανοητικές πηγές προέλευσης και επεξεργασίας της συμμετοχικής δημοκρατίας υπήρξαν πολλοί. Αν εξαιρέσει κανείς την παράδοση που ανατρέχει πίσω στην αρχαία Αθήνα, όπου ουσιαστικά για πρώτη φορά εμφανίζεται η προβληματική γύρω από τους τρόπους συμμετοχής του πολίτη στα κοινά, και της δεοντολογίας που τη συνοδεύει, μπορούμε να επισημάνουμε και να καταγράψουμε έναν αριθμό πολιτικών στοχαστών που επεξεργάστηκαν τις ιδέες της συμμετοχής μέχρι τις μέρες μας. Οι Rousseau, Proudhon, Figgis, von Gierke, Cole και Laski είναι μερικοί που έρχονται από το απώτερο παρελθόν, ενώ οι Laclan, Mouffe, Arato, Bobbio, Held και κυρίως ο Hirst ανήκουν στο πρόσφατο παρελθόν και στο παρόν. Πέρα όμως από συγκεκριμένους στοχαστές,  ιστορικά μπορούμε να επισημάνουμε ως διακριτές πηγές της ιδέας της συμμετοχής συγκεκριμένες κοινωνικές ζυμώσεις και συλλογικότητες δηλαδή κοινωνικά θεσμικά μορφώματα όπως οργανώσεις, ενώσεις, σωματεία, κ.λ.π, οι οποίες προέτασσαν την ανάγκη της συμμετοχής ως λύση των αιτημάτων και διεκδικήσεων τους.  Τέτοιες συλλογικότητες υπήρξαν ο γαλλικός εργατικός συνδικαλισμός, καθώς και ένα μέρος των γαλλικών και γερμανικών συντεχνιακών ενώσεων, σύντομα δε ακολούθησαν και ιταλικές ενώσεις του ίδιου χαρακτήρα. Όμως το βασικό πρόβλημα με τις ενώσεις αυτές και τη συμμετοχική ιδέα όπως την εξέφραζαν, ήταν ότι τόσο τα μέλη όσο και οι ηγέτες τους δεν τις αντιμετώπιζαν ως ελεύθερες ενώσεις - ελεύθερων πολιτών, αλλά ως κλαδικές οργανώσεις ρυθμιστικού χαρακτήρα. Έτσι, στα αρχικά εκείνα βήματα, πολλοί από τους εκπροσώπους και υποστηρικτές των ανωτέρω ρευμάτων, στοχαστές, συνδικαλιστές κλπ υποστήριζαν την άποψη ότι η αντιπροσωπευτική δημοκρατία ήταν ένα ανεπαρκές σύστημα αντιπροσώπευσης και εκπροσώπησης συμφερόντων. Υποστήριζαν δηλαδή ότι το σύστημα αυτό δεν μπορούσε να παίξει τον ρόλο του μηχανισμού μιας αποτελεσματικής έκφρασης για τις πραγματικές επιθυμίες και τα προβλήματα του συνόλου του εκλογικού σώματος. Η θέση αυτή έκτοτε αποτελεί και τον κεντρικό δογματικό άξονα της θεωρίας της συμμετοχικής ιδεολογίας. Ότι δηλαδή η συμμετοχική δημοκρατία μπορεί και πρέπει να συνυπάρχει με την θεσμοθετημένη αντιπροσωπευτική ως συμπλήρωμά της και όχι ως υποκατάστατο αυτής. Ένα από τα θεσμικά εργαλεία για την εφαρμογή στην πράξη της θέσης αυτής είναι η ενεργοποίηση και διευρυμένη λειτουργία των Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών.

Πιο συγκεκριμένα η «θεσμοθετημένη δημοκρατία» είναι αυτή η οποία παραχωρεί και κατοχυρώνει νομοθετικά πολιτικά, αστικά, οικολογικά, πολιτιστικά και άλλα δικαιώματα σε όλους τους πολίτες, αλλά δεν φροντίζει, ή τουλάχιστον φροντίζει πλημμελώς, για την εξασφάλιση της δυνατότητας να ασκούνται τα δικαιώματα αυτά στη πράξη. Με άλλα λόγια, είναι διαφορετικό το να έχει κανείς δικαιώματα και διαφορετικό το να μπορεί να τα ασκήσει. Άλλωστε όλοι οι σύγχρονοι στοχαστές συμφωνούν στην αμφισβήτηση του κατά πόσο τα άτομα είναι πράγματι «ελεύθερα και ίσα» στις σύγχρονες φιλελεύθερες και αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες μιας και η συμμετοχική Δημοκρατία δεν προτείνει απλά ένα σύνολο διαδικασιών, αλλά κυρίως, έναν τρόπο ζωής.

Η ύπαρξη και παροχή ορισμένων δικαιωμάτων ελευθερίας κι ισότητας από το νόμο, παρόλο που δεν είναι διόλου αμελητέα, έχει ελάχιστη αξία, όταν δεν μπορεί κανείς να τα ασκήσει πρακτικά. Οι υποστηρικτές της συμμετοχικής ιδέας ισχυρίζονται ότι ο βαθμός ελευθερίας κι ισότητας που απολαμβάνει ο κάθε πολίτης, πρέπει να κρίνεται με βάση τις χειροπιαστές ελευθερίες. Γίνονται δε χειροπιαστές όταν μπορούν να αναπτυχθούν και να ασκηθούν στη σφαίρα της κρατικής εξουσίας, στη σφαίρα της ιδιωτικής οικονομίας, αλλά και στο πλαίσιο της  Κοινωνίας Πολιτών.  Όμως οι ελευθερίες και τα δικαιώματα δεν έχουν συγκεκριμένο και σαφές περιεχόμενο, κι έτσι δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς με πειστικότητα ότι έχουν αποφασιστικές επιπτώσεις στην καθημερινή ζωή του πολίτη. Οι πολίτες θα αποκτήσουν συγκεκριμένα και σαφή πολιτικά ή άλλα δικαιώματα, όταν συσπειρωθούν σε συλλογικότητες κι ενεργοποιηθούν μέσα από τη δικιά τους συμμετοχή στη Οργανωμένη Κοινωνία Πολιτών και τους  μηχανισμούς λήψης αποφάσεων, αφού η συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων συνιστά ς την πεμπτουσία της δημοκρατικής υπόστασης των πολιτών σε μια σύγχρονη κοινωνία.

Στο πλαίσιο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας η συμμετοχή του πολίτη εξαντλείται κυρίως στην δια της ψήφου του εκδήλωση της βούλησής του σε τακτά χρονικά διαστήματα.  Από την άλλη μεριά, μέσω του πολλαπλασιασμού και της οριζόντιας αυτοργάνωσης κι ανάπτυξης ανεξαρτήτων κι αυτονόμων Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών έχει προκύψει ένας ολόκληρος συμπαγής τομέας δημοκρατικής έκφρασης ανάπτυξης μεταξύ Κράτους-Κομμάτων και Αγοράς. Ο τομέας αυτός, που δεν είναι άλλος από την κοινωνική οικονομία, (δες κεφάλαιο ….) δίνει μέσα από την εισοδηματική δικαιοσύνη και  τη συμμετοχική λήψη αποφάσεων βιώσιμες απαντήσεις στα περισσότερα θέματα που απασχολούν σήμερα τον πολίτη στην καθημερινότητά του κι αποτελεί ηχηρή απάντηση τόσο στο υπερτροφικό και συγκεντρωτικό κράτος όσο και στους ληστρικούς μηχανισμούς της αγοράς. 

Η φύση της σχέσης που εγκαθιδρύεται ανάμεσα στα κράτη και τους πολίτες τους, καθορίζουν εν πολλοίς τον τύπο της κοινωνίας και του πολιτικού συστήματος,  το είδος και το εύρος της παρέμβασης στην οικονομική και κοινωνική ζωή καθώς επίσης τα όρια και τους αυτοπεριορισμούς.  Η συμμετοχική ιδέα απαντά με την πρόταση – αίτημα μιας εκτεταμένης αλλαγής και της ουσιαστικής βελτίωσης της σχέσης του κράτους  με τον πολίτη  και κατ’ επέκταση με την  κοινωνία, μέσα από την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη δυνατή ενεργοποίηση και συμμετοχή  σε υπάρχοντες δημόσιους, ιδιωτικούς και κοινωφελείς θεσμούς και οργανώσεις  καθώς και την δημιουργία νέων. Με τον τρόπο αυτόν ελαττώνεται σημαντικά το έλλειμμα κι η κρίση αντιπροσώπευσης το οποίο παρατηρείται στη λειτουργία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Η διεύρυνση της συμμετοχής οδηγεί στη δομική  και λειτουργική διαφοροποίηση  μεγάλου μέρους της κρατικής διοίκησης αλλά και της καθημερινότητα του πολίτη. Η διοίκηση αλλά κι οι κυβερνήσεις χάνουν  τον εξουσιαστικό τους χαρακτήρα και παίζουν περισσότερο ρόλο παραλήπτη συλλογικών κοινωνικών  αιτημάτων γεγονός που οδηγεί στην μετάλλαξη της κρατικής εξουσίας. Μεταξύ της ψηφοθηρικής / κομματικοκρατίας, του κρατισμού και της αγορακρατικής / κερδοσκοπίας εγκαθιδρύεται ένας νέος θεσμικός χώρος, ο οποίος καθορίζεται από την Κοινωνία Πολιτών κι από αυτόνομες, ανεξάρτητες συλλογικότητες  ο πολλαπλασιασμός των οποίων αποτελεί κεντρική θέση της συμμετοχικής ιδέας.

Στην Ευρώπη, η συμμετοχική δημοκρατία προσπαθεί, σε πολιτικό επίπεδο, να συμβιβάσει τις απαιτήσεις μιας αυξανόμενης διεθνούς φιλοδοξίας με τη λεγόμενη κοινωνική συνοχή στο εσωτερικό της σε ένα πλαίσιο προαγωγής των ουμανιστικών αξιών. Όμως, μην έχοντας ιστορικό προηγούμενο η έκβαση του πειράματος παραμένει άγνωστη, και γι’ αυτό καθίσταται πολύ ενδιαφέρουσα η συμμετοχή στη διαμόρφωση του.  Η αρχή της συμμετοχικής δημοκρατίας στο Ευρωπαϊκό Σύνταγμα (άρθρο 46) περιλαμβάνει:
-       τη διάθεση των κατάλληλων μέσων από την ΕΕ προς τους πολίτες και τις αντιπροσωπευτικές τους οργανώσεις ώστε να εκφράζουν δημόσια τη γνώμη τους
-       τον ανοιχτό, διαφανή και τακτικό διάλογο μεταξύ της Κοινωνίας Πολιτών και της ΕΕ,
-       τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων μεταξύ Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ενδιαφερομένων μερών και ίσως το σπουδαιότερο
-       τη δυνατότητα που παρέχεται προς τους πολίτες της ΕΕ και τις συλλογικότητές τους να θέτουν, με τη συλλογή ενός εκατομμυρίου υπογραφών, θέματα προς συζήτηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τα οποία θεωρούν ότι απαιτείται νομική πράξη για την εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Συντάγματος .

Η διαμόρφωση της Ευρωπαϊκής πολιτικής ταυτότητας σήμερα ενεργοποιεί το καθήκον συμμετοχής κάθε υπεύθυνου πολίτη. Η συμμετοχική δημοκρατία είναι μια λειτουργία ταυτόχρονη κι όχι ταυτόσημη με την αντιπροσωπευτική δημοκρατία κι επομένως δεν μπορεί να είναι ούτε μέρος της, ούτε ερμηνεία της. Η συμμετοχική και η αντιπροσωπευτική δημοκρατία είναι δύο ισότιμες συνιστώσες της ευρωπαϊκής και της εθνικής δημοκρατίας. Σε μια κοινωνία όπου ένας μεγάλος αριθμός πολιτών συμμετέχει εθελοντικά στα κοινά εκτός κομματικών και κυβερνητικών δομών, η ίδια η συμμετοχή καταξιώνει και εξυψώνει τον άνθρωπο. Η συμμετοχή σε  εθελοντικές δράσεις για το περιβάλλον, την υγεία, την εκπαίδευση, την κοινωνική αλληλεγγύη κλπ  για κανένα λόγο δεν είναι υποδεέστερη από τη συμμετοχή στην τοπική κομματική οργάνωση, τη Βουλή , την κυβέρνηση, τις εκλογές ή τη τοπική διαβούλευση κι επομένως οι φορείς εξουσίας δεν έχουν δικαίωμα να μέμφονται τους πολίτες και την Οργανωμένη Κοινωνία Πολιτών ότι τάχα αδιαφορεί για τα κοινά.
Αντίθετα, κράτος, πολιτική και πολιτικοί βρίσκονται υπό συνεχή έλεγχο και οφείλουν να γίνονται πιο αποτελεσματικοί στα καθήκοντα τους, διαφανείς στη διαχείριση δημοσίου χρήματος και λειτουργοί του δημοσίου συμφέροντος και δεν θα πρέπει να ξεχνούν ότι η συντονισμένη προσπάθεια κομματικοποίησης της συμμετοχικής δημοκρατίας, δεν είναι τίποτα άλλο από απόπειρα φίμωσης και χειραγώγησης.

Στην Ελλάδα ιδιαίτερες πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες οδήγησαν στη συγκρότηση ενός παντοδύναμου κράτους, αφοσιωμένου υπηρέτη κάθε αναξιοπαθούντος που ταυτίστηκε με τις πελατειακές σχέσεις, την απάτη και την εκμετάλλευση που έχει κυριεύσει τα πάντα σε βαθμό ασφυξίας. Γι’ αυτό η κομματική αποτοξίνωση και η απαλλαγή από το κρατισμό και το προστατευτικό πνεύμα, αν και όλοι πλέον τα λατρεύουν, κάθε άλλο παρά αυτονόητα είναι στην πράξη. Όμως η διέξοδος βρίσκεται στην ενδυνάμωση της κοινωνίας πολιτών και την ταυτόχρονη βελτίωση της ποιότητας των αντιπροσωπευτικών)θεσμών με την επανίδρυση του κράτους και την ενίσχυση της συμμετοχικής κοινωνίας πολιτών. Άλλωστε δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά.

Μια σύγχρονη κυβέρνηση οφείλει να λάβει υπόψη της τη νέα πραγματικότητα η οποία συνδιαμορφώνεται από τις Οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών και να στοχεύσει σε λειτουργίες συντονισμού και αναζήτησης συνεργειών, βελτίωση της διαφάνειας, αξιολόγηση της ποιότητας του εξωκοινοβουλευτικού ελέγχου των πολιτικών αποφάσεων, συμμετοχή των ελληνικών οργανώσεων στην ευρωπαϊκή ενοποίηση διευρύνοντας έτσι την ευρωπαϊκή δημόσια σφαίρα. Η πορεία κάθε χώρας αλλά και της ίδιας της Ευρώπης προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση είναι το διακύβευμα της σημερινής γενιάς. Η υιοθέτηση του Ευρωπαϊκού Συντάγματος είναι μόνο το πρώτο βήμα, αλλά εξαιτίας της μυωπίας των αντιπροσώπων των εθνικών κυβερνήσεων, που ενώ αποδίδουν ευλαβική σημασία στα ευρήματα των δημοσκοπήσεων, δεν αφουγκράζονται τους Ευρωπαίους πολίτες.

Συμμετοχική δημοκρατία κι Ελληνική πραγματικότητα
Η συμμετοχική Δημοκρατία συνδέεται όπως είδαμε με την κοινωνική υπευθυνότητα και την οικολογική ηθική για μια επιχειρηματικότητα προσαρμοσμένη στις ανάγκες της πόλης και του πολίτη,  κατά της φτώχειας του κοινωνικού αποκλεισμού και των κοινωνικών ανισοτήτων και κατά της αχαλίνωτης κερδοσκοπίας.

Θεωρητικά, αν και ο όρος αναγνωρίζεται από  διεθνείς οργανισμούς όπως ΟΗΕ και η ΕΕ σε πολύ μικρή κλίμακα βρίσκει πρακτική εφαρμογή. Τα εμπόδια, ωστόσο, για την ανάπτυξη της συμμετοχικής δημοκρατίας δεν προέρχονται μόνο από τις κυβερνήσεις και τα κόμματα, προέρχονται και από τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, πολλές από τις οποίες, ιδιαίτερα μάλιστα οι μεγάλες μονοθεματικές Μ.Κ.Ο., δε λειτουργούν με δημοκρατικό τρόπο, αλλά ως ελίτ και ολιγαρχίες που αποτρέπουν την συμμετοχικότητα και τη συλλογική έκφραση. Με τον τρόπο αυτό δημιουργείται έλλειμμα αυθεντικής εκπροσώπησης μέσα στους κόλπους των ίδιων των Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών, τόσο προς το κράτος όσο και προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα αυτά ελλείμματα δεν είναι παρά μια ακόμη ένδειξη της αιτίας άλλων μεγάλων οικονομικών ελλειμμάτων αφού είναι αποδεδειγμένο ότι εκεί που υπάρχει κοινωνικό έλλειμμα υπάρχει και μεγαλύτερη κρίση, ενώ αντίθετα εκεί που συναντάμε υψηλό επίπεδο οργάνωσης της Κοινωνίας Πολιτών υπάρχουν μικρότερα προβλήματα που σχετίζονται με την κατανομή των κοινωνικών πόρων και την οικονομική κρίση. 

Η κριτική αυτή δεν απευθύνεται μόνον προς το κράτος, αλλά και τις ίδιες τις οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών οι οποίες οφείλουν να αυτοργανωθούν σε τριτοβάθμιο επίπεδο αν θέλουν να διαδραματίσουν ρόλο στο νέο κοινωνικοοικονομικά σκηνικό. Όπως θαδούμε με λεπτομέρεια στο κεφάλαιο …. του βιβλίου αυτού, σκοπός της αυτό-οργάνωσης του εθελοντισμού είναι να δημιουργηθεί σταγόνα-σταγόνα μια δεξαμενή κοινωνικού κεφαλαίου και κοινωνικής δύναμης από όλους όσους ενδιαφέρονται για τις καλές πρακτικές που αφορούν το περιβάλλον και την κοινωνική αλληλεγγύη, ικανή να υπηρετήσει ένα κοινό κοινωνικό όραμα συλλογικής δημιουργίας και να αλλάξει σε βάθος τα πράγματα που μας πληγώνουν στην καθημερινή μας ζωή.  Με τον τρόπο αυτό οι κοινωνικές δυνάμεις του εθελοντισμού και της μη κερδοσκοπικής οικονομίας, δια μέσου της οριζόντιας συνεργασίας των δικτύων με την τοπική Αυτοδιοίκηση  έχουν τη δυναμική να δημιουργήσουν και να προτείνουν συντεταγμένα οργανωτικές λύσεις ικανές να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση του κοινωνικού αποκλεισμού και  την αξιοποίηση των ανθρώπινων πόρων που μένουν ανενεργοί στην κοινωνική οικονομία.
Κι όμως.

Η  Κοινωνία Πολιτών,  φορέας αλλαγής κι υπολογίσιμη δύναμη σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, στη χώρα μας παραμένει κατακερματισμένη κι ανίσχυρη κυρίως λόγω του ελληνικού  φαινόμενο της κατακερματισμένης κοινωνίας και της αποσάθρωσης του κοινωνικού ιστού μέσα τις μακρόχρονες ευνουχιστηκές της σχέσεις με το πελατειακό πολιτικό σύστημα  που προωθεί, για δικούς του λόγους τον ατομικισμό απέναντι στην ομαδικότητα και τη συλλογικότητα. Κάτω από αυτό το πρίσμα, ο χώρος των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών παρουσιάζει δύο όψεις μιας εσωτερικής προβληματικής κατάστασης. Από την μια μεριά ο κατακερματισμός των χιλιάδων συλλογικοτήτων χωρίς την δυνατότητα μεγάλης και συντεταγμένης επιχειρησιακής ικανότητας και από την άλλη οι λίγες μεγάλες ΜΚΟ που λειτουργούν ως ελίτ και lobbies.

Τα lobbies στο χώρο των οργανώσεων έχοντας κατακτήσει ένα προνομιακό πεδίο δράσης, όπως για παράδειγμα στην οικολογία ή τη φιλανθρωπία, αρνούνται τη συμμετοχικότητα και τη συνεργασία με άλλες κινήσεις πολιτών για το ίδιο θέμα, αλλά και την κοινή έκφραση σε θεσμικό επίπεδο με αποτέλεσμα να τορπιλίζουν  όχι μόνον την μαζικότητα των Οργανώσεων της Κοινωνίας πολιτών αλλά και αυτούς τους ελάχιστους  εγκαθιδρυμένους θεσμούς συμμετοχικής δημοκρατίας.  Προτιμούν τις κατ' ιδίαν επαφές με το κράτος και τις μεγάλες επιχειρήσεις, με αντίτιμο την αποδοχή μεγάλων χορηγιών ή την μονοπώληση της επιρροής προς τις κυβερνήσεις με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση του κινήματος των Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών στο σύνολο της καθώς και την ακύρωση των συμμετοχικών διαδικασιών που μπορούν να αναπτύξουν οι φορείς υπέρ του κοινωνικού συμφέροντος. Έτσι η ευθύνη του ελλείμματος της συνεργασίας και της συμμετοχικότητας δεν βαραίνει μόνο το κράτος αλλά και τις οργανώσεις εκείνες που ενώ έχουν κάθε λόγο να συνεργαστούν με τις υπόλοιπες πάνω σε θεσμικά ζητήματα, θυσιάζουν τη συλλογική έκφραση στο βωμό της εξυπηρέτησης των δικών τους συμφερόντων.  Έτσι, το έλλειμμα αποβαίνει εις βάρος της αποτελεσματικής διαχείρισης ανθρώπινων κι οικονομικών πόρων και κυρίως εις βάρος των σχέσεων συνεργασίας μεταξύ των οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών με αποτέλεσμα την αδυναμία να τεθούν δυναμικά στην πολιτική ατζέντα τα θέμα που αφορούν την Κοινωνία Πολιτών σαν σύνολο. 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

            Η κρίση της αντιπροσώπευσης και Συμμετοχική Δημοκρατία / Β. Τακτικός / http://www.facebook.com/topic.php?uid=251866456084&topic=16491
Συμμετοχική δημοκρατία ή κοινωνία πολιτών: H ευρωπαϊκή πορεία / του Νίκου Γιαννή / http://www.ppol.gr
Περιεκτική  Δημοκρατία - ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ http://www.inclusivedemocracy.org
Ν. Μουζέλης: Το κράτος στην ύστερη ανάπτυξη: ιστορικές και συγκριτικές διαστάσεις
Η μεθοδολογία του ύστερου κρατισμού του Νίκου Κοτζιά http://www.theseis.com

Karl Polanyi / The Great Transformation

ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ Ο.Κ.Π
Βασίλης Τακτικός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου